Ο όμιλος Κυριακούλης αγόρασε το 100% της Μαρίνας Καλαμάτας-Το παρελθόν με τον 1 τόνο κοκαΐνης που είχε "βρομίσει" το όνομα του ομίλου-Η δολοφονημένη διευθύντρια της τράπεζας που είχε αρπάξει 170.000.000 δραχμές.


Αποτέλεσμα εικόνας για Ομιλος ΚυριακουληςΤου Άρη Σπίνου

Η εταιρεία «Κυριακούλης Μεσογειακαί Κρουαζιέραι Ν.Α.Ε.» ανακοίνωσε πως στα πλαίσια της ενίσχυσης της θέσης του Ομίλου στο κλάδο εκμετάλλευσης τουριστικών λιμένων, η «Κυριακούλης Μεσογαιακαί Κρουαζιέραι Ναυτιλιακή Α.Ε.» αγόρασε, από τον «Συνεταιρισμός Τουριστικής Εκμετάλλευσης-Ανάπτυξης Μεσσηνίας Σ.Π.Ε.», 80.000 κοινές ονομαστικές μετοχές, ονομαστικής αξίας 3 ευρώ η κάθε μία, της θυγατρικής της εταιρείας με την επωνυμία «Μαρίνα Καλαμάτας Τουριστική Α.Ε.», αντί του συνολικού ποσού των 255.000 ή 3,1875 ευρώ ανά μετοχή.

Κατόπιν της άνω μεταβιβάσεως, η οποία ολοκληρώθηκε την 23.01.2020, η εταιρεία «Κυριακούλης Μεσογειακαί Κρουαζιέραι Ν.Α.Ε.» κατέχει πλέον 200.000 ονομαστικές μετοχές της εταιρείας «Μαρίνα Καλαμάτας Τουριστική Α.Ε.», ήτοι ποσοστό 100% αυτής.Η δυναμική της εταιρείας συνεχίζετε έχοντας καταφέρει να αποτίναξη από πάνω της,εξαιτίας της συνωνυμίας που είχε ενας συλληφθείς που εργαζόταν στην Μαρίνα Καλαμάτας και είχε εμπλοκή στην μεταφορά ενός τόνου κοκαΐνης.Το ταξίδι από τη Μαρτινίκα ήταν μακρύ και δύσκολο. Επί 53 ημέρες το πολυτελές ιστιοπλοϊκό «Πλούτων» διέσχιζε τον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο, για να καταλήξει στην Καλαμάτα. Οι τρεις επιβαίνοντες δεν είχαν πάει για τουρισμό στη γαλλική αποικία μεταξύ της Καραϊβικής και του Ατλαντικού ωκεανού, όπου βρέχει από τον Ιούνιο έως τον Οκτώβριο. Η «αποστολή» τους ήταν να φέρουν στην Ελλάδα περισσότερο από ένα τόνο κοκαΐνης!

Ούτε ένας μήνας δεν είχε περάσει από τη σύλληψη στην Στουτγκάρδη του Αλέξανδρου Αγγελόπουλου, ο οποίος ήταν ο «εγκέφαλος» της μεταφοράς 5,4 τόνων κοκαΐνης με το αλιευτικό “Africa 1”, όταν η Δίωξη Ναρκωτικών, το Λιμενικό και το ΣΔΟΕ «ψάρεψαν» τη μεγαλύτερη ποσότητα που έχει κατασχεθεί ποτέ επί ελληνικού εδάφους.

Η πρώτη πληροφορία για τη δράση οργανωμένου κυκλώματος, που επρόκειτο να φέρει στη χώρα μας μεγάλη ποσότητα κοκαΐνης με σκοπό να τη διοχετεύσει στην εγχώρια αγορά και να προωθήσει στη συνέχεια μεγάλο μέρος της στις βαλκανικές χώρες, έφτασε στις αρχές του καλοκαιριού στη Θεσσαλονίκη. Αμέσως οργανώθηκε η παρακολούθηση των μελών του κυκλώματος και η συλλογή πληροφοριών. Στο «κόλπο», εκτός των ελληνικών διωκτικών αρχών, μπήκε και η αμερικανική DΕΑ.


Δύο Έλληνες και ένας Αλβανός είχαν νοικιάσει από τις Αντίλλες το ιστιοπλοϊκό «Πλούτων» με ελληνική σημαία, το οποίο με τη βοήθεια δορυφόρου τέθηκε υπό παρακολούθηση. Την 1η Ιουλίου 2004 η φόρτωση της άσπρης σκόνης ανοιχτά της Μαρτινίκας είχε ολοκληρωθεί και το σκάφος απέπλευσε με προορισμό την Ελλάδα. Μετά από μια δαιδαλώδη διαδρομή, από τις Αζόρες, το Γιβραλτάρ και τη Σικελία, έφθασε στην Καλαμάτα και έδεσε σε απόμερο σημείο της μαρίνας, μακριά από αδιάκριτα βλέμματα.

Οι διωκτικές αρχές το είχαν στο «στόχαστρο» από την πρώτη στιγμή και περίμεναν το «σύνθημα». Όταν επιβιβάστηκαν στο ιστιοπλοϊκό άλλα τρία άτομα, βεβαιώθηκαν ότι το ξεφόρτωμα ήταν θέμα χρόνου, Η πρώτη ποσότητα μεταφέρθηκε με αυτοκίνητο σε ένα νοικιασμένο δωμάτιο στην περιοχή του Αλμυρού, έξι χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Καλαμάτας. Πλέον οι αστυνομικοί ήξεραν και την «καβάτζα» του κυκλώματος. Στο τελευταίο «δρομολόγιο» αποφάσισαν να επέμβουν, ακινητοποιώντας το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ένας Ιταλός και ένας Αλβανός. Η έρευνα έφερε στο φως 200 κιλά κοκαΐνης, τρία όπλα και μια χειροβομβίδα. Η σχεδόν ταυτόχρονη έφοδος στο ιστιοπλοϊκό δεν άφησε κανένα περιθώριο στους τέσσερις επιβαίνοντες. Ο 40χρονος ναυπηγός Κωνσταντίνος Χρήστου, κάτοχος γαλλικού διαβατηρίου, ο 37χρονος αδελφός του Παναγιώτης, ο κυβερνήτης του ιστιοπλοϊκού και η φίλη του από τη Θεσσαλονίκη, συνελήφθησαν χωρίς να προβάλουν καμία αντίσταση. Ήταν 23 Αυγούστου 2004.

Οι έξι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην Ασφάλεια Αττικής στην Αθήνα, αλλά η επιχείρηση δεν είχε τελειώσει. Στην κρυψώνα της σπείρας οι αστυνομικοί βρήκαν άλλα 600 κιλά, ενώ την επόμενη ημέρα συνέλαβαν σε πολυτελές σκάφος, που είχε ρίξει άγκυρα στα Κύθηρα, τον 51χρονο Νικήτα Κυριακούλη, διευθυντή της μαρίνας της Καλαμάτας και τον οδήγησαν με ελικόπτερο στο μέγαρο της ΓΑΔΑ. Ήταν, σύμφωνα με την Αστυνομία, ο «εγκέφαλος» της μεταφοράς και αυτός που είχε μεριμνήσει για την ενοικίαση των χώρων φύλαξης της κοκαΐνης. Σε υπόγειο γκαράζ δίπλα στην «καβάτζα» βρέθηκαν άλλα 205 κιλά και όπως προέκυψε μετά την ακριβή ζύγιση, η συνολική κατασχεθείσα ποσότητα ήταν 1061 κιλά!


Οι αστυνομικοί δεν κατάφεραν να βάλουν στο «χέρι» και έναν Ρώσο συνεργάτη του κυκλώματος, ο οποίος θα πλήρωνε 250.000 ευρώ για τη μεταφορά της κοκαΐνης από τη Μαρτινίκα, καθώς μετά την αναχώρηση του σκάφους τα ίχνη του χάθηκαν. Κυκλοφορούσε με πλαστό ελληνικό διαβατήριο και αστυνομική ταυτότητα, στο όνομα Βασίλης Συμεωνίδης. Ήταν αυτός που είχε τις διασυνδέσεις για την προμήθεια του παράνομου φορτίου και γι’ αυτό ταξίδεψε στην περιοχή.


Και οι επτά κατηγορούμενοι για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και για παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών σε βαθμό κακουργήματος, προφυλακίστηκαν μετά τις απολογίες τους. Η εταιρία «Κυριακούλης Μεσογειακαί Κρουαζιέραι Ναυτιλιακή Α.Ε.» είχε ξεκαθαρίσει με ανακοίνωση της ότι ο εκ των συλληφθέντων Νικήτας Κυριακούλης δεν είχε καμία σχέση έχει με τις εταιρίες του Ομίλου Κυριακούλη. Όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή της, είχε σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου με την «Μαρίνα Καλαμάτας Τουριστική Α.Ε.» και εργαζόταν ως υπάλληλος, με καθήκοντα διευθυντή. Ο Νικήτας Κυριακούλης καταδικάστηκε σε κάθειρξη 21 ετών, ενώ μικρότερες ποινές επιβλήθηκαν στα υπόλοιπους συλληφθέντες.

Η εξάρθρωση του κυκλώματος έφερε στην επιφάνεια μια παλαιότερη υπόθεση θρίλερ. Ο Χρήστου, ο οποίος από παλιά είχε αναπτύξει επιχειρηματική δραστηριότητα με ενοικίαση σκαφών που έκαναν ταξίδια αναψυχής στην Καραϊβική, μίλησε στην κατάθεσή του για μια γυναίκα που έπαιξε ρόλο – «κλειδί» στο σκάνδαλο του 1986 με το γιουγκοσλαβικό καλαμπόκι και στη συνέχεια φυγαδεύτηκε στη Μαρτινίκα, για να γλιτώσει από την ελληνική δικαιοσύνη, αλλά τελικά βρέθηκε δολοφονημένη σε δάσος, το 1990. Όπως είχε πει, ήταν η 35χρονη Παρασκευή Νικολάου, διευθύντρια σε υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στη Γερμανία, η οποία είχε πάρει μαζί της 170.000.000 δραχμές, αλλά και ένα φάκελο με αποκαλυπτικά στοιχεία, που ενοχοποιούσαν πρωτοκλασάτα πολιτικά πρόσωπα.